Παρασκευή 8 Ιουνίου 2012

Νίκη στο ΣΥΡΙΖΑ





















Αναδημοσιεύουμε από το avantgarde


Ακριβοί στα πίτουρα και φθηνοί στ’ αλεύρι

Του Κ.Ρουσίτη

Νίκη στο Σύριζα

Όταν πριν λίγους μήνες στη διάρκεια της κυβέρνησης Παπαδήμου επιχειρηματολογούσαμε από αυτή την ιστοσελίδα για την αναγκαιότητα να υιοθετηθεί το σύνθημα «κυβέρνηση της αριστεράς», ένας σύντροφος από την Ανταρσύα θυμάμαι είχε κάνει την εξής παρατήρηση: «Πολύ ωραία τα λέτε όλα, αλλά αυτή η θέση για κυβέρνηση της Αριστεράς είναι για γέλια! Είναι τόσο γελοία όσο δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα».

Τώρα, πλησιάζοντας στην 17η Ιούνη και την κρισιμότερη μεταπολεμική εκλογική αναμέτρηση στην Ελλάδα, η συστράτευση για ψήφο στον Σύριζα στην προοπτική κυβέρνησης της Αριστεράς κερδίζει διαρκώς έδαφος στον κόσμο της αριστεράς σε όλο το πλάτος του. Καταλαβαίνει κανείς με το μυαλό του ή με το ένστικτό του την κρισιμότητα των στιγμών και ειδικά όσο βλέπει τη λύσσα του αντιπάλου που συμπτίσσεται σε ένα αντισύριζα μέτωπο. Μπροστά σε αυτή την αναμέτρηση, όποιος παλεύει συνειδητά για την αλλαγή της κοινωνίας πρέπει να συστρατευτεί ανεπιφύλακτα στην μάχη για την εκλογική νίκη του Σύριζα και την κυβέρνηση της Αριστεράς. Και μάλιστα, ανεξάρτητα από το διαφορετικό του σχέδιο για την υπόθεση της «νέας κοινωνίας».
Εκλογές που ανοίγουν εξελίξεις

Ψάχνοντας ιστορικές αναλογίες με τη δεκαετία του 1930 γίνεται αρκετός λόγος για τη Γερμανία και τη δημοκρατία της Βαϊμάρης. Ίσως είναι όμως εξίσου χρήσιμο πολιτικά να εξεταστεί και η εμπειρία της Γαλλίας και της Ισπανίας του 36 και τις κυβερνήσεις των λαϊκών μετώπων. Ειδικά μάλιστα στην τελευταία, η εκλογική αναμέτρηση που έφερε την κυβέρνηση του λαϊκού μετώπου στην εξουσία, σε ένα φάσμα από αριστερούς σοσιαλδημοκράτες, σταλινικούς, φιλοτροτσκιστές και αναρχικούς, ήταν και το έναυσμα για τον πολύχρονο ισπανικό εμφύλιο.

Σήμερα, σε διαφορετικές εποχές, η εξαγωγή των αναλογιών δεν πρέπει να είναι βέβαια αυτόματη, αλλά ένα κεντρικό συμπέρασμα μπορεί να εξαχθεί απολύτως αυτόματα. Και αυτό είναι πως κάποιες στιγμές οι εκλογές αποτελούν πραγματικά μια μάχη για τους καταπιεσμένους. Πως μερικές φορές όχι μόνο μπορούν να «αλλάξουν τα πράγματα» αλλά και να δρομολογήσουν εξελίξεις τεραστίων διαστάσεων στην ταξική πάλη. Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό να το έχουν στο μυαλό τους όλοι εκείνοι που από επαναστατική σκοπιά και όχι από τον καναπέ επιμένουν να προπαγανδίζουν την αποχή από τις εκλογές, το λευκό ή το άκυρο.

Η επόμενη μέρα των εκλογών είναι αδιάφορη μόνο για όποιον πιστεύει ότι είτε με Τσίπρα, είτε με Σαμαρά πρωθυπουργό δεν υπάρχει καμιά διαφορά. Αλλά ακόμη και ο πιο παλαβός δεν ισχυρίζεται στα σοβαρά κάτι τέτοιο. Το ζήτημα λοιπόν είναι όχι αν έχει νόημα η μάχη για κυβέρνηση της αριστεράς, αυτό είναι αυταπόδεικτο, αλλά για ποιο λόγο αρνείται κανείς να τη δώσει.

Η επαναστατικότητα ως άλλοθι

Και ο σπουδαιότερος λόγος που υπάρχουν αριστεροί που αρνούνται να συστρατευτούν στην μάχη για κυβέρνηση της αριστεράς είναι πως δεν εμπιστεύονται το Σύριζα, τον εγκαλούν για ρεφορμιστική στρατηγική, υποχορητικότητα ή για ενδοτικότητα τέλος πάντων. Αυτές οι αιτιάσεις, ακόμη κι αν θεωρήσει κανείς ότι είναι σωστές, δεν δίνουν χαρτί απαλλαγής από τη συγκεκριμένη μάχη.

Μια τέτοια στάση θα είχε νόημα μόνο αν αντέτασσαν απέναντι του ένα συγκεκριμένο και ρεαλιστικό επαναστατικό σχέδιο. Φυσικά, κάτι τέτοιο δεν υπάρχει και επισημαίνουμε πολύ καιρό τώρα, ακριβώς την έλλειψή του και την άμεση και επιτακτική ανάγκη για τους επαναστάτες να το επεξεργαστούν.

Αλλά έστω, ας δεχτούμε την ύπαρξη τέτοιων σχεδίων από τις οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Όποιος λοιπόν έχει εκπονήσει κάτι τέτοιο θα πρέπει να απαντήσει: κατά πόσο μια κυβέρνηση της αριστεράς και του Σύριζα θα ματαίωνε ή τέλος πάντων θα εμπόδιζε την εφαρμογή του δικού του εναλλακτικού σχεδίου. Γιατί αλλιώς, εάν δηλαδή ένα τέτοιο σχέδιο υποβοηθείται από μια τέτοια κυβέρνηση, πρέπει να ρίξει σε αυτή την προοπτική με ειλικρίνεια και ανιδιοτέλεια όλες του τις δυνάμεις. Γιατί, για να μπούμε και την ουσία, τα μέχρι πρότινος «σχέδια» και αντιπροτάσεις εξαντλούνται σε εκκλήσεις στο λαό να πάρει την υπόθεση στα χέρια του, να αντιδράσει με απεργίες – καταλήψεις – διαδηλώσεις. Αν δοκιμάσει κανείς να διαβάσει πιο συγκεκριμένα θα βρει μόνο εκκλήσεις για αγώνα. Εκκλήσεις για «απεργία διαρκείας» (μέχρι πότε;), για αγώνες στους χώρους δουλείας (με πιο στόχο;), για «να βγούμε όλοι στους δρόμους» (γιατί;), για «αυτοοργάνωση των καταπιεσμένων» (;;), κλπ, κλπ. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για ένα ανακάτεμα οικονομισμού και εναλλακτισμού σε διάφορες δόσεις, και σε αυτό που διαφέρουν τελικά τα διάφορα πακέτα δεν είναι το περιεχόμενό τους, αλλά η αγωνιστική τιμιότητα και ειλικρίνεια των φορέων τους. Εδώ αρχίζει και τελειώνει το όποιο «επαναστατικό» σχέδιο.

Γιατί σε όλα αυτά τα σχέδια λείπει μια τοποθέτηση για το ζήτημα της εξουσίας. Όχι γενικά και αόριστα, αλλά στο σήμερα, στους δοσμένους συσχετισμούς. Η εξουσία είναι μια άλλη υπόθεση που αφορά τη δευτέρα παρουσία. Είτε πρόκειται για την «λαϊκή εξουσία» του ΚΚΕ, είτε για τη συνειδητά αόριστη «αντικαπιταλιστική διέξοδο» της Ανταρσύας, είτε για την «κυβέρνηση εργατών – αγροτών» των τροτσκιστών, ακόμη και την «αντιεξουσιαστική κοινωνία της ελευθερίας» της αναρχίας. Και πριν μπει κανείς στην κουβέντα για το ποια από τις παραπάνω προτάσεις είναι «η σωστότερη», πρέπει να παραδεχτεί ότι όλες ανεξαιρέτως είναι άσχετες με τη συγκεκριμένη μάχη στις 17 Ιουνίου.

Ας πούμε για παράδειγμα τα μέλη και οι φίλοι της Ανταρσύας. Έστω, ότι ο Σύριζα είναι τέτοιος που λένε στην κριτική τους. Έστω, ότι το δικό τους σχέδιο είναι αποτελεσματικότερο και έστω ότι παλεύουν με κάθε ειλικρίνεια για την επιτυχία του. Τότε, ας τοποθετηθούμε και καθαρά. Ο αγώνας για το μεροκάματο, ενάντια στην ανεργία, για την παιδεία και την υγεία, για τα δημοκρατικά δικαιώματα, ενάντια στην φασιστική απειλή και το ρατσισμό, θα είναι πιο αποτελεσματικός αν στις 18 Ιούνη έχουμε κυβέρνηση Σύριζα, ή με το αστυνομικό κράτος του Σαμαρά;

Και καλά το ΚΚΕ που διεκδικεί (και είναι βέβαιο ότι θα έχει) μια κοινοβουλευτική παρουσία. Η Ανταρσύα και τα υπόλοιπα ψηφοδέλτια της «εξωκοινοβουλευτικής» που διεκδικούν (αλλά είναι βέβαιο ότι δεν θα έχουν) κοινοβουλευτική παρουσία, για ποιον ακριβώς λόγο κατεβαίνουν σε αυτή την εκλογική αντιπαράθεση; Σε τι βοηθάει κάτι τέτοιο; Όχι σε τι βοηθάει γενικά το λαό, την εργατική τάξη, ή την υπόθεση της επανάστασης. Σε τι βοηθάει το δικό τους «επαναστατικό σχέδιο». Δηλαδή, αν το ίδιο το δικό τους «επαναστατικό σχέδιο» εξυπηρετείται καλύτερα, όταν η Ανταρσία λάβει ένα ποσοστό ας πούμε 1,2% με μια κυβέρνηση Σαμαρά, ή όταν δεν κατέβει στις εκλογές στηρίζοντας τον Σύριζα, με μια κυβέρνηση της Αριστεράς.


Φυσικά, δεν προτείνουμε σε κανέναν τη διάλυση. Αν κάποιος νομίζει ότι πρέπει να κρατήσει την οργανωτική του και την πολιτική του αυτοτέλεια για να δοκιμάσει το όποιο εγχείρημά του καλά κάνει και την κρατά. Αυτό που δεν έχει καμιά λογική είναι να συνδέει την οργανωτική και πολιτική του αυτοτέλεια με το εκλογικό κατέβασμα, όταν μάλιστα (πιστός στις αρχές του επαναστατικού μαρξισμού) δεν θεωρεί και τις εκλογές σημαντικό στίβο της ταξικής αντιπαράθεσης. Τότε πια δεν μιλάμε για πολιτικές εκτιμήσεις σωστές ή λάθος, αλλά για απλές εμμονές.

Όλα τριγύρω αλλάζουνε, όλα τα ίδια μένουν

Η τοποθέτηση του ΚΚΕ είναι σαφώς πιο συνεκτική στην εσωτερική της λογική. Το πρόβλημα με το ΚΚΕ είναι ότι η λογική του δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα. Λοιπόν, θα πρέπει να πληροφορήσουμε τα μέλη και τους φίλους του ΚΚΕ ότι η πραγματικότητα έχει αλλάξει μετά την 6η Μάη: 1) Ο επάρατος δικομματισμός της ΝΔ και του Πασόκ έχει καταρρεύσει. 2) Ο Σύριζα είναι αξιωματική αντιπολίτευση και δίνει τη μάχη για την κυβέρνηση. 3) Οι φασίστες έχουν μια έκρηξη της επιρροής τους και μπήκαν στη βουλή με ένα πολύ μεγάλο ποσοστό. Το μόνο που είναι ίδιο είναι το αμετακίνητο ΚΚΕ. …Έλα μωρέ τώρα… μία από τα ίδια είναι η κατάσταση. Ναι, ο δικομματισμός γκρεμίστηκε αλλά ένας άλλος δικομματισμός φτιάχτηκε, σιγά μην σκάσουμε. (Καμιά ανησυχία που ο Σαμαράς προαναγγέλλει κράτος Παπάγου για να μην έρθουν οι κομμουνιστές). Οι φασίστες μόλις μπούνε στη βουλή θα φορέσουν κουστούμια, σιγά μην ανησυχήσουμε. (Καμιά ανησυχία που έχουν αμοληθεί ανενόχλητοι με τη συνοδεία της αστυνομίας και στήνουν πογκρόμ εναντία στους μετανάστες. Κι αν κοπανάνε και τα συνεργεία της ΚΝΕ όταν κολλάνε αφίσες, καλύτερα να κάνουμε τους κινέζους γιατί αλλιώς το Κόμμα πρέπει να παραδεχτεί ότι η κατάσταση άλλαξε). Η άνοδος του Σύριζα βέβαια είναι άλλη υπόθεση και εδώ έχουμε τρελαθεί και επικεντρώνουμε με λύσσα εναντίον του όλη την προεκλογική εκστρατεία.

Λοιπόν, για να αποδομήσεις τα επιχειρήματα κάποιου αρκεί να αναδειχθεί η εσωτερική τους αντίφαση, αλλά όμως μόνο όταν αυτά έχουν και μια σχέση με την πραγματικότητα. Και ο Περισσός (για να το πούμε ήπια) έχει κλείσει τα μάτια σε αυτήν. Εδώ, ολόκληρη η αστική τάξη με τους πολιτικούς υπηρέτες της και τα παπαγαλάκια της δεν σταματά τις επιθέσεις στο Σύριζα. Εδώ, το ενδεχόμενο κυβέρνησης της αριστεράς έχει θορυβήσει τις αστικές τάξεις της Ευρώπης και όλη την νομεκλατούρα της ΕΕ και προσπαθούν με τρομοκρατικά διλλήματα να εκβιάσουν το εκλογικό αποτέλεσμα. Εδώ ο Σαμαράς καλεί σε πανστρατιά των χιτών και των ταγματασφαλιτών για να ανακόψουν τον Σύριζα.

Και το ΚΚΕ απέναντι σε όλα αυτά βλέπει πως… το σύστημα πριμοδοτεί τον Σύριζα για να βάλει ανάχωμα στην στροφή του κόσμου προς το ΚΚΕ! Έστω. Ποιο λοιπόν είναι συγκεκριμένα εκείνο το κομμάτι της αστικής τάξης ή ας πούμε της «πλουτοκρατίας» που έχει συμφέρον και βοηθά ενεργά για να βγει ο Σύριζα στην κυβέρνηση; Οι τραπεζίτες, οι μεγαλοεργολάβοι, οι εφοπλιστές, ο ΣΕΒ, ποιοι; Ή μήπως είναι «οι κερδοσκόποι του εξωτερικού» (τι σημαίνει αυτό;) που ποντάρουν στην επιστροφή στη δραχμή που λένε ο Βενιζέλος και ο Σαμαράς; Σύμφωνα με την Παπαρήγα πάντως «μεγάλο μέρος των βιομηχάνων πανηγυρίζει έχοντας ακούσει την ομιλία του Τσίπρα» και πως «πίσω από τον Σύριζα κρύβονται οι αμερικάνοι στα πλαίσια της γεωστρατηγικής πολιτικής». (Από την ομιλία της Παπαρήγα στο Μενίδι μετά την ανακοίνωση από τον Τσίπρα του προγράμματος του Σύριζα). Κι όμως, στην ανακοίνωση του προγράμματος του Σύριζα στο Γκάζι δεν έστειλε αντιπροσωπεία η αμερικάνικη πρεσβεία, αλλά οι πρεσβείες της Κούβας και της Βενεζουέλας.

Φυσικά, όλα ετούτα (για να το πούμε πάλι ήπια) είναι αρλούμπες. Αυτοί που έχουν προσδοκίες από μια κυβέρνηση της αριστεράς είναι πρωτίστως οι εργαζόμενοι, οι άνεργοι, οι αυτοπασχολούμενοι, οι μικροσυνταξιούχοι, οι κατεστραμμένοι μικροαστοί, έλληνες και ξένοι, αυτό που λέμε τα «λαϊκά στρώματα». Και όλοι που θεωρούν υπόθεσή τους την αλλαγή αυτής της κοινωνίας. Αυτοί που νοιώθουν πως επιτέλους μπορούν να βροντοφωνάξουν πως «ήρθε η ώρα της αριστεράς». Έχουν επενδύσει ανεδαφικές προσδοκίες στο εγχείρημα; Ίσως. Θα διαψευσθούν; Ίσως. Τότε, ας τους προειδοποιήσει κανείς για αυτό το ενδεχόμενο. Βέβαια, το εντιμότερο και το αποτελεσματικότερο, θα ήταν αυτή ή η όποια άλλη κριτική να μην γίνεται απ’ έξω σαν την Κασσάνδρα, αλλά παίρνοντας μέρος στον κοινό αγώνα για την κυβέρνηση της αριστεράς. Αλλά το να βαφτίζει κανείς τις ελπίδες των καταπιεσμένων σχέδιο του συστήματος και των αμερικάνων, είναι σαν να φτύνει στα μούτρα όλον αυτό τον κόσμο. Μόνο που μεσοπρόθεσμα φτύνει και τα δικά του μούτρα. Γιατί είναι το βάρος της ιστορίας του και όχι οι σημερινές πολιτικές θέσεις που εμποδίζουν το ΚΚΕ από το να γίνει τελείως γραφικό. Γραφικό όσο και η ΟΑΚΚΕ, μόνο που αυτοί βλέπουν πίσω από τον Σύριζα τον Πούτιν και τους ρώσους. Το συμπέρασμα διαφέρει, η μέθοδος είναι η ίδια: η άρνηση της πραγματικότητας.

Ψήφο στο Σύριζα – κυβέρνηση της Αριστεράς
για να ξεβρομίσει ο τόπος

Ο λόγος για την εκτίναξη του Σύριζα ήταν πως παράλληλα με την παρουσία του στο δρόμο και στους αγώνες της προηγούμενης περιόδου (με τις όποιες ελλείψεις) και παράλληλα με τον αντιπολιτευτικό του λόγο (επίσης με τις όποιες ελλείψεις), προχώρησε σε κάτι αδιανόητο για την αριστερά: την ανάληψη της πολιτικής ευθύνης. Η αριστερά που επιτέλους λέει φύγετε εσείς να αναλάβουμε εμείς. Αυτό το απλό, το πάναπλο, πριν την 6η Μάη ήταν αδιανόητο.

Ο αγώνας για ψήφο στο Σύριζα και κυβέρνηση της αριστεράς είναι μια μάχη που πρέπει να δοθεί με πάθος και σοβαρότητα. Αυτό δεν σημαίνει υποστολή της οποιασδήποτε κριτικής στον Σύριζα και τις προεκλογικές του εξαγγελίες. Κάθε άλλο. Και μάλλον δεν είναι τόσο σημαντικό αυτό «που είπε» ο τάδε συριζαίος στο πάνελ ή εκείνο που «δεν είπε». Ούτε αυτό που «λέει» στο πρόγραμμα και εκείνο που «δεν λέει». Ο λόγος που πρέπει να υποστηριχθεί ο Σύριζα δεν είναι το πρόγραμμά του καθαυτό, ούτε για να τον «πιέσουμε» να εφαρμόσει ένα άλλο, σοσιαλιστικό πρόγραμμα με ή χωρίς εισαγωγικά. Ο λόγος είναι η ανάταση της πολιτικής πάλης στην Ελλάδα (αλλά τελικά και στο εξωτερικό) από μια κυβέρνηση της αριστεράς. Στη δίνη μια πρωτοφανούς οικονομικής κρίσης, τις μέρες της κατάρρευσης του μεταπολεμικού κοινωνικού συμβολαίου στην Ευρώπη και τις παραμονές της διάλυσης της ΕΕ, μια κυβέρνηση της Αριστεράς στην Ελλάδα θα λειτουργήσει σαν καταλύτης εξελίξεων.

Αυτό είναι που φοβάται ο αντίπαλος, οι καπιταλιστές σε Ελλάδα και Ευρώπη και το σάπιο σύστημά τους. Και αυτό ακριβώς είναι το σημείο της σοβαρότερης κριτικής στο Σύριζα. Ότι δεν προετοιμάζει ούτε τον εαυτό του, ούτε τον κόσμο που τον εμπιστεύεται για την οριακότητα των εξελίξεων. Για τη λυσσασμένη αντίδραση του αντιπάλου, για την αδυσώπητη αντίδραση που θα συναντήσει. Για τις πολλαπλές επιλογές που έχει η αντίδραση έξω από την πίστη στη δημοκρατική ομαλότητα. Για το ότι ήδη οργανώνεται σε αυτή την κατεύθυνση, με την θωράκιση του βαθέως κράτους, με την οργάνωση των παρακρατικών ομάδων του, με την πριμοδότηση των ναζιστών. Γιατί μια κυβέρνηση της αριστεράς στις 18 Ιούνη θα μπορεί να πυροδοτήσει εκρηκτικές εξελίξεις, ακόμη κι αν ο Σύριζα δεν το αντιλαμβάνεται, ακόμη κι αν δεν το επιδιώκει.
Κ. Ρουσίτης
3.6.2012

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου